Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ο Χακίμ Μπέη χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τον όρο «μεταναρχισμός», σε ένα κείμενο που καλεί τον κόσμο της αναρχίας να εγκαταλείψει την εμμονή στην πολιτική καθαρότητα προκειμένου να αγκαλιάσει καθημερινές πρακτικές οι οποίες, ακόμα κι αν δεν αυτοπροσδιορίζονται ως τέτοιες, ωστόσο εμπνέονται από τις αξίες και τις επιθυμίες του αναρχισμού. Λιγότερο από δέκα χρόνια αργότερα, διάφοροι, κυρίως ακαδημαϊκοί, φιλόσοφοι χρησιμοποιούν τον όρο «μεταδομιστικός αναρχισμός» και «μεταναρχισμός», όχι τόσο για να συγκροτήσουν μιαν ενιαία θεωρία όσο για να αποκτήσουν πρόσβαση σε ένα σύνολο εργαλείων για την κατανόηση της πολιτικής πραγματικότητας.
Ο μεταναρχισμός, βεβαιώνουν, δεν έχει κανονιστικό αλλά περιγραφικό χαρακτήρα: δεν αξιώνει να ρυθμίσει τους στόχους ή τις μεθόδους των ριζοσπαστικών πολιτικών, αλλά να προσφέρει νέες κατηγορίες ανάλυσης και σκέψης, με άλλα λόγια να συγκροτήσει μια νέα γλώσσα. Στον αντίποδα των μεγάλων αφηγήσεων, ο μεταναρχισμός δεν αποτελεί πρόταγμα, αλλά αντλεί από τις μικροπρακτικές των κινημάτων για να προσφέρει νέες ή ανανεωμένες κατηγορίες σκέψης.
Μολονότι κάτω από το όνομα «μεταναρχισμός» συγκεντρώνεται μια ανομοιογενής ποικιλία φωνών που προέρχονται μεταξύ άλλων από τα πεδία της φιλοσοφίας, της γλωσσολογίας και της ψυχανάλυσης, μοιάζουν ωστόσο όλες να τέμνονται στο εξής σημείο: οι αναρχικοί του 19ου αιώνα έχουν συχνά καταφύγει στην έννοια της φύσης προκειμένου να αντλήσουν επιχειρήματα και να θεμελιώσουν τις θέσεις τους. Όροι που καταλαμβάνουν κεντρική θέση στις αναρχικές θεωρίες, όπως το υποκείμενο, η αλήθεια, η εξουσία, έχουν συχνά παραχθεί μέσω μιας ουσιοκρατικής προσέγγισης, δηλαδή μιας οπτικής που επικαλείται την ύπαρξη κάποιου «αποθέματος αντίστασης», εγγενούς στην ανθρώπινη φύση. Εάν ο μεταναρχισμός αμφισβητεί τόσο την ύπαρξη μιας κοινής ανθρώπινης ουσίας, όσο και την αυθεντικότητα εννοιών όπως η ελευθερία, η αλήθεια και η δικαιοσύνη, τότε πού θεμελιώνεται η ανάγκη για αντίσταση και πώς αποκρούεται ο σχετικισμός; Επιπλέον, εάν πάψουμε να αναζητούμε έναν τόπο εξωτερικό της εξουσίας, τότε σε τι μπορούμε να ελπίζουμε;
Παρά την κριτική που ασκείται από την πλευρά του παραδοσιακού αναρχισμού, οι στοχαστές του μεταναρχισμού επιμένουν πως το πρόθεμα «μετά» δεν αξιώνει το ξεπέρασμα του αναρχισμού, αλλά τη διερεύνηση των αντιφάσεων, των ασυνεχειών και των ρηγμάτων στο εσωτερικό της αναρχικής θεωρίας. Σκοπός του δεν μπορεί ούτε πρέπει να είναι η θεραπεία των αντιφάσεων, αλλά η ανάδειξή τους προς όφελος της ίδιας της ριζοσπαστικής θεωρίας και πράξης. Θα επιχειρήσουμε να περιγράψουμε τα βασικότερα μόνο σημεία της συζήτησης που έχει ανοίξει μεταξύ παραδοσιακού αναρχισμού και μεταναρχισμού, ειδικά όσον αφορά στις έννοιες της ανθρώπινης φύσης, της ουσίας και της εξουσίας. Ορίζοντά μας θα αποτελεί το ερώτημα εάν και με ποιο τρόπο –δηλαδή με ποιο όφελος ή/και τίμημα– είναι δυνατή η συγκρότηση μιας ηθικής που δεν θεμελιώνεται σε κάποιου είδους οντολογία.
Προτεινόμενη βιβλιογραφία:
Todd May, Andrew M. Koch, Saul Newman, Εισαγωγή στον μετα-αναρχισμό, εκδόσεις Στάσει Εκπίπτοντες, Αθήνα 2012.
Η συζήτηση/εκδήλωση θα γίνει στο χώρο της βιβλιοθήκης La Otra Biblioteca, στο Μικρόπολις (Βασ. Ηρακλείου 18 και Βενιζέλου γωνία), την Κυριακή 8 Φλεβάρη στις 19.00